θαμνοειδές

θαμνοειδές
θαμνοειδής
shrubby
masc/fem voc sg
θαμνοειδής
shrubby
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αγγοστύρα — Θαμνοειδές της οικογένειας των ρυτιδών, ιθαγενές των δασών του Ορινόκο στη Βενεζουέλα. Λέγεται και αγγοστούρα ενώ η επιστημονική της ονομασία είναι κουσπαρία η τρίφυλλος. Ο φλοιός της α., χυμώδης, μαλακός, πρασινωπός ή καστανοκίτρινος στο… …   Dictionary of Greek

  • θαμνοειδής — ες (AM θαμνοειδής, ές) αυτός που μοιάζει με θάμνο («θαμνοειδές φυτό»). επίρρ... θαμνοειδώς υπό μορφή θάμνου. [ΕΤΥΜΟΛ. < θάμνος + ειδής* (< είδος), πρβλ. άτρακτο ειδής, δυσ ειδής] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”